Σελίδες

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

H ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΣΠΑΡΤΗ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΡΓΗΣΕ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΣΠΑΡΤΗ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΥΡΓΗΣΕ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ 
 Λεωνίδα Πετρ. Τζεφεράκου* Δικηγόρου Παρ`Αρείω Πάγω  


 Kατά την διάρκεια του 8ου, 7ου και 6ου αιώνα π.Χ. η Σπάρτη ήταν η κυριαρχούσα Πολιτεία. Σύμφωνα με την παράδοση το καθεστώς της Σπάρ-της αποδιδόταν στον Λυκούργο, θεωρούμενο από κάποιους Αρχαίους, π.χ. από τον Πλούταρχο, ως τον κατ’ εξοχήν ιδανικό νομοθέτη. 
 ‘Εχει όμως αμφισβητηθεί κατά την αρχαιότητα και αυ-τή η ύπαρξη του Λυκούργου. Δηλαδή είχαν εγερθεί αμφιβολίες εάν Πράγματι υπήρξε ως άνθρωπος ο Λυ-κούργος, εάν φυσικά δεν αποτελεί αυτό εγκώμιο του ανδρός. Πάντως κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους ο Λυκούργος είχε καταστεί επώνυμος Θεός στη Σπάρτη.
 Και νεώτεροι όμως έχουν αμφισβητήσει τον Λυκούργο ως ιστορικό πρόσωπο και ετυμολογούν το όνομά του από τη ρίζα λυκ συνδεόμενη με το λατινικό Ιυx(φως). Λυκούργος είναι ο φωτοδότης Θεός, ακριβώς όπως Ο Απόλλων, παρά του οποίου έλαβε τη Νομοθεσία της Σπάρτης, ως χρησμό στους Δελφούς. Ένεκα τούτου υπήρξε και η ολοσχερής αδυναμία της μεταβολής ή καταργήσεως των νόμων, η οποία θεω-ρείτο ως ασέβεια προς τις θείες εντολές του Απόλλω-να. Οι νόμοι του Λυκούργου και γενικώς της Σπάρτης λέ-γονται Ρήτρες (ρήτραι γάρ κατά Δωριέας οι νόμοι), δηλαδή συμφωνία και μάλιστα προφορική, όπως α-κριβώς η Εβραϊκή Διαθήκη, μεταξύ Λυκούργου και Απόλλωνος ή του αποδεχομένου Λαού. Λέγεται δε Μεγάλη Ρήτρα, σε αντίθεση με τις καλούμε-νες από τους μεταγενέστερους μικρές Ρήτρες, των οποίων το ιστορικό αμφισβητείται. Η Μεγάλη Ρήτρα ανήκει στο τέλος του 8ου αιώνα ή στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ. και είναι το αρχαιότερο Κείμενο της Ελλη-νικής ιστορίας. Πρέπει να ιονισθεί ότι ΤΟ καθεστώς της Σπάρτης δεν ήταν ένα δημιούργημα που προέκυψε απότομα από κάποια Ρήτρα, στην προκείμενη περίπτωση από τη Μεγάλη Ρήτρα, αλλά τελικά διαμορφώθηκε κατά τον 6ον αιώνα π.Χ. ως άμυνα μιας κυρίαρχης μειοψηφίας έναντι μιας υπόδουλης πλειονοψηφίας. Ακόμη δεν γίνεται αποδεκτό, όπως υποστηρίζεται από κάποιους, ότι οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν με τη Μεγάλη Ρήτρα οφείλονται στον Έφορο Χείλωνα.
 Η Μεγάλη Ρήτρα διασώθηκε από τον Πλούταρχο “Διός Σκυλλανίου και Αθηνάς Σκυλλανίας ιερόν ιδρυ-σάμενον. φυλάς φυλάξαντα και ωβάς ωβάξαντα, τριά-κοντα Γερουσίαν συν αρχαγέτας κατακτήσαντα, ώρας εξ ώρας απελλάζειν μεταξύ Βαβύκας τε και Κνακιώ-νος, ούτως εισφέρειν τε και αφίστασθαι, δάμω δ’ α-νταγορίαν ήμεν και κράτος”. Κατά το Κείμενο αυτό. το οποίο βεβαίως δεν είναι αρχαϊκό. αλλά ο Πλούταρχος προσπαθεί να εκφρασθεί σε δωρική διάλεκτο. υποτί-θεται ότι ο Θεός Απόλλων αποτείνεται στον Λυκούρ-γο, στον οποίο υπαγορεύει την Ρήτρα με την οποία δίδεται εντολή (στον Λυκούργο) να ιδρύσει “ιερόν Διί τω Σκυλλανίω και Αθηνά τη Σκυλλανία”, και να χωρί-σει την Σπάρτη σε Φυλάς. Θα Πρέπει να σημειωθεί ότι παλαιότερα οι Δωρικές Φυλές ήσαν οι Υλλείς, οι Δυ-μάνες και οι Πάμφυλοι. Ακόμη να χωρίσει την Σπάρτη σε ωβάς, δηλαδή σε τοπικάς περιφερείας γεγονός που ενθυμίζει ή μάλλον προδικάζει τους Δήμους της Αττικής ή τις 35 Ρωμαϊκές tribes. Οι Ωβές και οι Φυλές στις οποίες χωρίσθηκε η Σπάρτη ήσαν ισάριθμοι, δηλαδή πέντε [5]. τουλάχιστον κατά τους κλασικούς χρόνους και ίσως κάθε μία φυλή να είχε και την τοπική αρμοδιότητά της. Η πενταμερής διαίρεση των Φυλών πρέπει να σχετί-ζεται και προς τον συνοικισμό των πέντε κωμών της Σπάρτης Αμύκλαι, Κοντούρα (Κυνόσουρα), Λίμναι, Μεσόα, Πιτάνα]. Έκτοτε ο Στρατός στη Σπάρτη συνεκροτείτο κατά κώ-μας και όχι εκ καταγωγής. Β. Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 
Στη Σπάρτη εγκαθίσταται Γερουσία με τριάντα μέλη, αποτελούμενη από είκοσι οκτώ (28) γέροντες, δηλαδή τους Αρχηγούς των προκρίτων οικογενειών, και τους δύο (2) Αρχαγέτες, δηλαδή τους Βασιλείς (Πλουτ. Λουκ. 6,3: Αρχαγέται δ’ σι βασιλείς λέγονται), σι οποί-οι προ- εδρεύουν της Γερουσίας. Ο θεσμός αυτός της Γερουσίας αποτέλεσε την σημα-ντικότατη και δημοκρατικότατη καινοτομία της Μεγά-λης Ρήτρας, Ορίζεται ότι ο Δήμος (αρχικά εξαιρετικά στρατιωτικού χαρακτήρος), αποτελούμενος από ό-λους τους Σπαρτιάτες άνω των τριάντα ετών, απελλά-ζειν, δηλαδή συνέρχεται-συνεδριάζει και μάλιστα σε ορισμένο τόπο. Την εκκλησία του Δήμου, την Αλκή Συνέλευση κατά την οποία λαμβάνονται αποφάσεις για τις δημόσιες υποθέσεις, συγκαλούν και δια-• λύουν σι Αρχαγέτες (Βασιλείς) και οι Γέροντες (τα μέλη της Γερουσίας). Ο Δήμος, όμως, δεν προβαίνει μόνο σε προτάσεις, αλλά έχει παρασχεθεί σε αυτόν η εξουσία όπως αντι-λέγει, δηλαδή να προβαίνει ο ίδιος σε προτάσεις και να αποφασίζει. Καθιερώθη δηλαδή η αρχή της ισηγορίας, η οποία εί-ναι ελληνική αρχή, σε αντίθεση προς την αριστοκρα-τική αρχή της συμφωνίας ή διαφωνίας στην Ρώμη. Αργότερα, ίσως μετά τον Πρώτο Μεσσηνιακό πόλεμο, σι βασιλείς Πολύδωρος και Θεόπομπος περιόρισαν την ανταγορία, δηλαδή την εξουσία του Δήμου να α-ντιλέγει στην Γερουσία, και σι βασιλείς και οι γέροντες (μέλη της Γερουσίας) να διαλύουν την εκκλησία και να μην κυρώνουν πρόταση του Δήμου, όταν έκριναν ότι ο Δήμος δεν διαλογιζόταν ορθά. Δηλαδή η Γερουσία απέκτησε την μεγίστη αρμοδιότη-τά της μέσα στην Σπαρτιατική ευνομία και το απελλά-ζειν —το δικαίωμα του εκκλησιάζειν— το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και αποφασίζειν της Εκκλησίας του Δήμου, ως βουλευτική ιδιότητα καθίσταται ασήμα-ντος. Από τον βασιλέα Θεόπομπο εδημιουργήθη πρόσθε-τος εκκλησία, καλουμένη μικρά, η οποία ουσιαστικά υποκατέστησε την εκκλησία του Δήμου.  Είναι αξιοσημείωτο και πρέπει να τονιστεί ιδιαιτέρως ότι η Σπάρτη είναι εκείνη, η οποία εισάγει πρώτη φο-ρά την Δημοκρατία στην Ελλάδα, πολύ ενωρίτερα από την Χίο ή την Αθήνα, η οποία Θεωρείται η ιδρύ-τρια της Δημοκρατίας. Στην Μεγάλη Ρήτρα σι έννοιες του Δήμου, του κρά-τους (προφανώς εν αντιθέσει προς τη βία) και προ-παντός της ανταγορίας είναι παντού και πάντοτε τα υπόβαθρα της δημοκρατίας. Εξ άλλου είναι χαρακτηριστική η πορεία της ισηγορί-ας, η οποία άρχισε ως ανταγορία. Με τους δύο όρους, Ισηγορία και Ανταγορία, σι οποίοι ουσιαστικά είναι σχεδόν ταυτόσημοι, εκδηλώνεται όλη η ψυχολογική και πολιτική διαφορά. Η μεν Αντα-γορία σημαίνει-δηλώνει αγώνα και αντεπίθεση και δυναμική κατάσταση, η δε ισηγορία σημαίνει-δηλώνει ισορρόπηση πολιτικών δυνάμεων διά της ισονομίας, ακόμη σημαίνει και δηλώνει καταστάλαξη και στατική κατάσταση της δημοκρατίας, όπως συνέβη στην Αθή-να κατά τους κλασικούς χρόνους. Η καταγωγή της Βασιλείας στην Σπάρτη παραμένει σκοτεινή. Οι Βασιλείς (Αρχαγέται) ήσαν δύο στην Σπάρτη κληρονομικά προερχόμενοι από δύο γένη, των Αιγιαδών και των Ευρυπωντιδών. και ασκούσε ο καθένας πλήρη εξουσία, όπως οι Ύπατοι στη Ρώμη. Ορκίζοντο κάθε μήνα ότι Θα βασιλεύσουν σύμφωνα με τους νόμους της Πόλεως. Ασκούσαν και δικαιοδο-τικά καθήκοντα σε Θέματα οικογενειακού δικαίου (υιο-θεσία, επίκληροι) και σε Θέματα θείου δικαίου. Η Γερουσία αποτέλεσε το στοιχείο ισορροπίας, μετα-ξύ των Βασιλέων, οι οποίοι κατέτειναν προς την τυ-ραννίδα —αν και η Σπάρτη δικαίως υπερηφανεύετο ότι διέφυγε από την τυραννίδα— και του Δήμου κατα-τείνοντος στην Δημοκρατία. Οπότε εδημιουργήθη προς περιορισμό των Βασιλέων, αλλά είναι ζήτημα εάν εδημιουργήθη προς περιορισμό του Δήμου (ποίων εξουσιών;). Είχε συμβουλευτικάς αρμοδιότη-τας προς τους βασιλείς αλλά είχε και κάποια ποινική δικαιοδοσία. Η Γερουσία ήταν το παντοδύναμο όργα-νο στη Σπάρτη και ήταν δυνατόν να παρομοιασθεί με την senatus της Ρωμαϊκής δημοκρατίας. 
ΟΙ ΕΦΟΡΟΙ Η Μεγάλη Ρήτρα δεν μνημονεύει τους Εφόρους, σι οποίοι είναι μεταγενέστερος θεσμός. Αρχικά οι ‘Έφο-ροι είχαν θρησκευτικά καθήκοντα και δρούσαν ως ου-ρανοσκόποι και εξ αυτού ονομάσθηκαν και ‘Έφοροι. Κατά communis opinion οι κατάλογοι των Εφόρων ανάγοντο στο έτος 754/3 π.Χ.. το οποίο σημαίνει ότι από τότε απέκτησαν πολιτική εξουσία. όμως η Πα-ρουσία τους θεωρείται βεβαία από τον 6ο αιώνα π.Χ. Οι ‘Έφοροι ήσαν πέντε και η θητεία τους ήταν ετήσια και εξ αυτών ο πρώτος επώνυμος. Εξελέγοντο από το Δήμο άνευ κάποιου αριστοκρατικού κριτηρίου και γι’ αυτό οι ‘Έφοροι εμφανίζονται ως οι κατ’ εξοχήν δημο-κρατικοί άρχοντες. ι. ιν Στην Σπάρτη δεν υπήρχαν νόμοι αλλά μόνον κάποιαι Ρήτραι και οι ‘Έφοροι έκριναν αυτογνώμονες, γεγο-νός που κακίζει ο Αριστοτέλης. Συνεπώς η εξουσία αυτών ήταν μεγίστη και πάνω από την Γερουσία και πάνω από τους βασιλείς, τους οποίους έλεγχαν και αξίωναν ευθύνες. Ασκούσαν δικαιοδοτικά καθήκοντα και η δικαιοδοσία τους άρχισε από αυτή της εποπτείας της αγοράς και λύνοντας και τις διαφορές που προκύπτουν σε αυτή. Συγκαλούσαν και διεύθυναν την Απέλλα (την εκκλησία του Δήμου). Ηδύναντο να στρέφονται απεριορίστως κατά των ειλώτων και των περιοίκων. Ασκούσαν δη-μοσιονομικά καθήκοντα. Γενικά από κοινού με την Γερουσία κατεύθυναν την όλη πολιτική του καθεστώ-τος της Σπάρτης. Ακόμη λέγεται ότι δεν ήσαν ακεραί-ου χαρακτήρα και υπόκειντο σε δωροδοκίας. Τοιουτοτρόπως, αφ’ ενός με τον περιορισμό της α-νταγορίας και αφ’ ετέρου με την εμφάνιση των Εφό-ρων, η εξουσία του Δήμου μεταπίπτει στην Γερουσία και των Βασιλέων στους Εφόρους. Βασικός σκοπός της πολιτείας των Σπαρτιατών ήταν η ισόβιος αγωγή, η οποία έθετε εκποδών όλων τον ιδιωτικό βίο μετά των προνομίων αυτού προς χάρη της πολεμικής προπαρασκευής και της αριστείας στον πόλεμο. Επιτυχώς δε παρομοιάζεται η Πολιτεία των Λακεδαιμονίων με Στρατόπεδο. Εξ αυτού του λό-γου υπήρξαν και τα “φιδίτια”, δηλαδή τα Συσσίτια, στα οποία μετέχουν οι Σπαρτιάτες πολίτες, οι όμοιοι, αλλά οι μη δυνάμενοι να συνεισφέρουν στα “Φιδίτια” εθεωρούντο υπομείονες, δηλαδή κατώτεροι, καθιστά-μενοι μερικώς άτιμοι. Οι άρρενες, από ηλικίας επτά ετών, αποσπώντο από την μητρική αγκάλη και ανετρέφοντο από κοινού με μεγαλύτερους νέους, από ηλικίας δε δεκατεσσάρων ετών κατατάσσοντο μεταξύ των αγνώστου ετυμολογί-ας ειρένων, άνω δε των είκοσι ετών ήσαν πλήρεις πολίτες, ως τέλειοι πολεμιστές. Έκτοτε ο βίος αυτών ανήκε στους πολέμους, στην πολεμική προπαρα-σκευή και στους αγώνες. Δεν είναι δε τυχαίο γεγονός ότι οι Σπαρτιάτες μέχρι των κλασικών χρόνων σχεδόν συνεχώς αρίστευαν στους ολυμπιακούς αγώνες. Η ξενία (φιλοξενία), η οποία ήταν καύχημα των άλλων Ελλήνων και αρχικώς και των Σπαρτιατών, μετατρά-πηκε βραδύτερα στην Σπάρτη στην ξενηλασία (εκδίω-ξη των ξένων από την χώρα), η οποία ασκείτο από τους Εφόρους, ένεκα του φόβου και της δυσπιστίας στα ξενικά στοιχεία και στους νεωτερισμούς. Κάτω από τις συνθήκες αυτές η οικονομία στην Σπάρ-τη δεν ήταν δυνατόν να αναπτυχθεί και η επιμονή στο βαρύ σιδηρούν νόμισμα αποτελεί δείγμα οικονομικής αποτελμάτωσης και μάλιστα σε χρόνους που είχε α-ναχθεί σε δόγμα η αρχή “χρήματ’ ανήρ”. Η εισαγωγή του νομισματικού χρήματος (Ελληνικό νόμισμα εκόπη ΤΟ Πρώτον στην Ιωνία τον 7ο αιώνα π.Χ.) επέφερε αναστάτωση, η οποία αντανακλάται και στην νέα νοοτροπία σύμφωνα με την οποία κριτήριο του ανδρός (πολίτη) είναι τα χρήματα, δεν μετέβαλε τον κατά βάση γεωργικό χαρακτήρα της οικονομίας, συν τοις άλλοις και διότι δεν εκόπτοντο μικράς αξίας νομίσματα για να προσφέρονται στο μικροεμπόριο — το τοπικό και το διατοπικό. Ο πλούτος ήταν η κυριό-τητα εκτάσεων γης και ήταν συσσωρευμένος μεταξύ των ολίγων μεγάλων γαιοκτημόνων, που απομυζού-σαν τους χωρικούς, σι οποίοι καθίσταντο κατάχρεοι και προσωπικώς και οικογενειακώς υπέγγυοι στους δανειστές. Και όμως η Σπάρτη, πριν μεταβληθεί σε κάτεργο και αποκρούσει κάθε πρόοδο, είχε προσφέρει πολιτισμό πολλά υποσχόμενο. Αυτή έθεσε τα θεμέλια της Δημοκρατίας, η οποία έ-μελλε σε άλλους τόπους να ανθίσει. Από τη Σπάρτη επήγασε και η Ελληνική μουσική, διά του Θαλήτου, του Πολυμνάστου και προ παντός διά του Τερπάν-δρου και του Αλκμάνος, αλλά και σι τέχνες ήκμαζαν τότε στην Σπάρτη. Η Σπάρτη, όπως κάθε αριστοκρατία, εφημίζετο και με τις γυναίκες της, σι οποίες μάλιστα είχαν συσσωρεύ-σει και πλούτον• ακόμη και εις την τέχνη του κυνηγίου επιδίδοντο οι γυναίκες στην Σπάρτη. Η αγωγή της Σπάρτης δεν είναι δυνατόν να υποστη-ριχθεί ότι προσέφερε παιδεία. Είναι η μόνη Ελληνική Πόλις που περιχαρακώθηκε και παρέμεινε τελικά στο περιθώριο του ελληνικού Πνευματικού πολιτισμού και διέφερε εξ αυτού από τις άλλες Ελληνίδες Πόλεις και από το άλλο μεγάλο έθνος της κλασικής αρχαιότητας, των Ρωμαίων. Το καθεστώς της Σπάρτης, η Ευνομία, όπως απεκα-λείτο, ήταν παρά φύσιν και αλλότριο Παντός Ελληνι-κού, είναι δε ακόμη θλιβερότερη η πολιτιστική υπο-χώρηση της Σπάρτης, δεδομένου ότι συνέβαινε σε χρόνους κατά τους οποίους αναγεννάτο η υπόλοιπη Ελλάς. Δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί ούτε από την δωρική ούτε από την Λακωνική καταγωγή των Σπαρτιατών, αλλά μόνον από την ανάγκη για διαρκή άμυνα, κυρί-ως από τον δεύτερο Μεσσηνιακό πόλεμο, περί τα τέ-λη του 7ου αιώνος π.Χ., ανάγκη όμως την οποία αυτοί οι ίδιοι προκαλούσαν. Παρά ταύτα η Σπαρτιατική αγωγή εύρε θαυμαστές και μάλιστα από Πρόσωπα που ελάχιστα θα αναμένετο τέτοιος θαυμασμός, εκ μέρους Αθηναίων. Όχι μόνον κατά την διάρκεια του Χρυσού Αιώνος υ-πήρχε φιλολακωνική παράταξη (Κίμων) αλλά και κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. ρωμαλέα πνεύματα του Σωκρατικού ιδίως κύκλου, προεξάρχοντος του Πλάτωνος, όχι μό-νον εζήλευαν την Σπάρτην, αλλά και ασχολούντο με μελέτες περί την των Σπαρτιατών Πολιτείαν, της ο-ποίας τότε δημιούργησαν τον μύθο και το φωτοστέ-φανον. ‘Ομως για να κατανοήσουμε το καθεστώς, τις διοικη-τικές δομές και την λειτουργία του στην Αρχαία Σπάρ-τη Θα πρέπει να εξετάσουμε την κοινωνική δομή της Πόλης (του Κράτους) της Σπάρτης. Η κοινωνική δομή μιας Πολιτείας επηρεάζει την μορφή του κρατούντος πολιτειακού καθεστώτος και αντιστρόφως. Ο πολιτι-σμός μιας κοινωνίας σίγουρα επηρεάζει τον πολιτικό πολιτισμό. Ο πολιτικός πολιτισμός σίγουρα προάγει τον πολιτισμό μιας κοινωνίας. Είναι ιστορικά αποδε-δειγμένο ότι ο κοινωνικός πολιτισμός αναπτύχθηκε σημαντικά εκεί όπου ο πολιτικός πολιτισμός της Δη-μοκρατίας αναπτύχθηκε. Ένεκα τούτου, για να γίνει περισσότερο κατανοητό το καθεστώς της αρχαίας Σπάρτης, καθίσταται αναγκαίο να μελετηθεί η Κοινω-νική δομή αυτής. Η Κοινωνία της Σπάρτης ήταν διαστρωματωμένη σε κοινωνικές τάξεις και φυλές. Ειδικότερα στην Κοινωνία της Πολιτείας της Σπάρτης υπήρχαν τρεις Τάξεις υπηκόων του καθεστώτος, οι Σπαρτιάτες, σι Περίοικοι και σι Είλωτες. 
1. 01 ΣΠΑΡΤΙΑΤΕΣ Οι Σπαρτιάτες εκαλούντο μεταξύ τους και όμοιοι που σημαίνει ίσοι. Εκαλούντο επίσης και ευπατρίδες. ‘Ετσι και στην Σπάρτη όμοιοι εκαλούντο σι γνήσιοι πολίτες, σι της αυτής τάξεως και θέσεως. Στην τάξη των ομοίων ανήκαν Περί τα 1.500-3.000 ά-τομα. Εννοούμε τους πολεμιστές. Αυτό συνέβαινε στα ύστερα χρόνια της κλασικής αρχαιότητας. Αντίθετα στα πρώιμα χρόνια αριθμούσαν περί τους εννέα χι-λιάδες πολεμιστές. Με τους συνεχείς πολέμους όμως και τις αλλεπάλληλες εμφύλιες μεταξύ των ελληνικών πόλεων συρράξεις ο αριθμός των ομοίων ελαττώθηκε σημαντικά, τόσο ώστε αναγκάστηκαν οι ύστεροι βα-σιλείς της Σπάρτης να λάβουν δραστικά μέτρα κατά της λειψανδρίας και υπέρ της αύξησης του αριθμού των πολεμιστών εγγράφοντας ως νόμιμους πολίτες είλωτες ή νόθους. Οι αριθμοί λοιπόν των Σπαρτιατών κυμαίνονταν κατά μέσο όρο από τρεις έως πέντε χι-λιάδες. Ο συνολικός αριθμός της Λακεδαίμωνος ήταν άνω των εκατόν ογδόντα χιλιάδων κατοίκων. Βασική υποχρέωση των ομοίων ήταν να πληρώνουν τις συν-δρομές τους για το συσσίτιο όπου εκεί έπαιρναν τα γεύματά τους• την συνδρομή αυτή την αποτελούσαν μια ορισμένη ποσότητα κριθάλευρου και κρασιού, αποξηραμένων σύκων, τυριού και φυσικά κρέατος. Η άλλη σημαντικότερη υποχρέωση του κάθε όμοιου ή-ταν να είναι ικανός πολεμιστής. “Η ζωή της τιμής” με άλλα λόγια. ‘Ένας τομέας που γύρω του ξετυλίγεται ένας ολόκλη-ρος Δαίδαλος εκπαιδεύσεως που ξεκινά από την παι-δική ή νηπιακή ηλικία. Μάλλον καλύτερα Θα λέγαμε πως ξεκινούσε πριν ακόμη γεννηθεί, μιας και σι γο-νείς έπρεπε να βρίσκονται στην κατάλληλη ηλικία τε-κνοποίησης με υγιή και γυμνασμένα τα σώματά τους. Το αποκορύφωμα της εκπαιδεύσεως ήταν να δώσουν σι πολίτες στην πολιτεία άνδρες που Θα ήταν εραστές των αρετών και που Θα αγαπούσαν την πατρίδα τους υπέρ πάντων, δείχνοντας έτσι το αρμόζον θάρρος στις μάχες. Ο Λυκούργος ήθελε να επιβάλλει με τους νόμους του την ακατανίκητη υποχρέωση στους πολίτες της Σπάρτης να ασκούνται σε κάθε είδους αρετή. Η αρχαία πόλη της Σπάρτης αποτελείτο από τις εξής πέντε κώμες: Λίμναι, Κυνόσουρα, Μεσόα, Πιτάνη και Αμύκλαι. Οι Δωριείς Σπαρτιάτες ακολούθως αποτελούνταν από τρεις φυλές: των Υλλέων, των Δυμάνων και των Παμ-φύλων, και από το μέρος της διαμονής σε πέντε Ωβές ή κοινότητες• είναι τα ονόματα των χωριών που ανα-φέρονται παραπάνω. Αυτά συνέβαιναν κατά την αρχική περίοδο γιατί σε κάποια εποχή, ίσως απ’ τους Ελληνιστικούς χρόνους και λίγο πρίν, έπαψαν να υφίστανται οι τρεις παλαιές φυλές. Η λέξη φυλή πήρε τη Θέση της λέξεως ωβά. Κατά τις πρώιμες εποχές πρέπει να αναφέρουμε πως ο Σπαρτιατικός στρατός διαιρείτο σε πέντε λόχους, τα ονόματα των οποίων είναι τα εξής: Αιδόλιος, Σίνης, Σαρινάς, Πλόας και Μεσόατης. Οι όμοιοι εκτός από τη γη τους (κλήρος), την πανοπλία τους, την κατοικία τους, τα πολυτιμότερά τους κτήματα τα αποτελούσαν σι είλωτές τους, τα άλογά τους και τα σκυλιά τους. Αυ-τά αποτελούσαν και τα τιμαλφή τους. Οι Σπαρτιάτες δανείζονταν μεταξύ τους αυτά που αποτελούσαν την ιδιοκτησία τους. Το σημείο αυτό ήταν άξιο παρατήρη-σης που τονίζει θετικά την εξαιρετική αυτή προθυμία τους. 
2. 01 ΠΕΡΙΟΙΚΟΙ Οι κύριες ασχολίες των περιοίκων ήσαν η κτηνοτρο-φία, η γεωργία, τα χειρωνακτικά επαγγέλματα, η α-λιεία και το εμπόριο. Είχαν αρκετά δικαιώματα και απολάμβαναν αυτονομί-α. Ήταν αυτοδιοικούμενοι θεσπίζοντας δικούς τους νόμους. Ο Σπαρτιατικός νόμος όμως υπερίσχυε επά-νω στους νόμους των περιοίκων. Πάντως δεν εφαρ-μοζόταν, όπως Θα νόμιζαν πολλοί, ο Σπαρτιατικός νόμος και στους περιοίκους. Ήταν υποχρεωμένοι απ’ τις “συνθήκες” να ακολου-θούν τους ίδιους συμμάχους και τους ίδιους εχθρούς. Παρατάσσονταν στις μάχες ως οπλίτες με βαρύ οπλι-σμό και αποτελούσαν τις επικουρικές δυνάμεις των Σπαρτιατών. Υστερούσαν όμως σε μαχητική αξία, α-φού ήταν κυρίως αγρότες. Ενίοτε εξεστράτευαν μόνοι τους στο όνομα της Σπάρτης και σε αποστολές αρκε-τά επικίνδυνες. Ήταν υποχρεωμένοι άλλωστε και να υπηρετούν την στρατιωτική τους Θητεία. Επίσης πλήρωναν φόρο. Η Σπαρτιατική Πολιτεία διόριζε σ’ αυτούς αρμοστές (διοικητές). 
3. 01 ΕΙΛΩΤΕΣ Για τους είλωτες επικρατεί η άποψη πως ήταν δούλοι. Δεν ήταν όμως δούλοι με τη συνηθισμένη έννοια. Θα μπορούσαμε να τους χαρακτηρίσουμε σαν ένα είδος δημόσιων δούλων. Αλλά ας δούμε ποίες ήταν σι αρμοδιότητές τους. Δού-λευαν για λογαριασμό τους την γη. Το εισόδημα που Θα έδιναν στον ιδιοκτήτη είχε προσδιορισθεί από πριν. Ο Σπαρτιάτης ιδιοκτήτης δεν είχε δικαίωμα να αθετήσει το λόγο του και ετιμωρείτο με κατάρα από την πολιτεία (αν έπαιρνε περισσότερο απ’ το συμφω-νημένο εισόδημα). Οι είλωτες κρατούσαν το πλεόνα-σμα της συγκομιδής και την μισή Περίπου απ’ την παραγωγή. Οι οικογένειες των ειλώτων ζούσαν στο κτήμα (κλή-ρο), συνεπώς βγάζουμε το συμπέρασμα πως δεν βρίσκονταν μέσα στην Πολιτεία της Σπάρτης αλλά στα πέριξ αυτής. Άρα ήταν “δούλοι” υπό ορισμένες συν-θήκες. Οι ώριμοι στην ηλικία είλωτες υποχρεώνονταν να παίρνουν μέρος στις εκστρατείες των Λακεδαιμο-νίων. ‘Εκαναν τις βοηθητικές δουλειές, όπως το να ε-πιβλέπουν τα ζώα με τις αποσκευές. Ενίοτε έπαιρναν μέρος και στην μάχη ή φυλούσαν το στρατόπεδο. Ο οπλισμός τους συνήθως ήταν αυτός των ψιλών. Συχνά σι Πιο ρωμαλέοι απ’ αυτούς συ-μπλήρωναν και τις τάξεις της φάλαγγας ως βαριά οπλισμένοι, όταν αποκτούσαν τα δικαιώματα του πο-λίτη. Πολλοί είλωτες έτσι κέρδιζαν την ελευθερία τους μιας και ο νομοθέτης προέβλεπε, σε αυτούς που ανδραγα-θούσαν, να χαρίζεται η ελευθερία τους. Με αυτό τον τρόπο έφευγαν απ’ την τάξη των ειλώτων, και δημι-ουργούσαν μια καινούργια που σχετικά με αυτή Θα αναφερθούμε Παρακάτω. Έτσι κάθε Σπαρτιάτης από τον κλήρο του, ένα κομμά-τι γης ίσο με των υπολοίπων ομοίων (ίσο από από-ψεως παραγωγικής και όχι σε τετραγωνικά μέτρα), προμηθευόταν τα προς το ζην. Ολόκληρη η Λακωνική γη ήταν διαιρεμένη κατά αυτόν τον τρόπο. Οι ρήτρες τού απαγόρευαν να εργάζεται, μιας και σι είλωτες ήταν επιφορτισμένοι με την καλ-λιέργεια της γης. 
ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΟΙΚΩΝ - ΕΙΛΩΤΩΝ
Από τον Ηρόδοτο μαθαίνουμε ότι οι Λακεδαιμόνιοι, μαζί με τους πέντε χιλιάδες οπλίτες που έστειλαν στις Πλαταιές, έδωσαν συνοδεία από ελαφρά οπλισμέ-νους.  Αυτοί στο Πεδίο της μάχης κατανέμονταν ως ψιλοί. Ήσαν οι Είλωτες και αντιστοιχούσαν επτά σε κάθε οπλίτη απ’ την τάξη των ομοίων. Σε αυτούς Πρέπει να προσθέσουμε και πέντε χιλιάδες περιοίκους που πο-λέμησαν ως ψιλοί. ‘Ετσι συμπεραίνουμε πώς ήταν σε γενικές γραμμές η πληθυσμιακή Κατανομή των τριών αυτών τάξεων και Κυρίως των περιοίκων και των ειλώτων κατά τη μάχη των Πλαταιών.
 ΑΛΛΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ
 Πέρα απ’ τις τρεις τάξεις, υπήρξαν και κάποιες άλλες. Αλλαγές αναγκαστικές μιας και το απαιτούσαν οι πε-ριστάσεις, για να αυξηθεί ο αριθμός των οπλιτών. Θα το δούμε με λεπτομέρειες παρακάτω. 
ΝΟΘΟΣ, ΜΟΘΑΞ, ΝΕΟΔΑΜΩΔΗΣ
 Μόθαξ ήταν ο νόθος γιος ενός Σπαρτιάτη. ‘Ηταν το παιδί μιας ειλώτισσας κι ενός Όμοιου. Συχνά αυτά τα παιδιά αποκτούσαν πολιτικά δικαιώματα, ακολουθώ-ντας την Σπαρτιατική αγωγή. Για να συμβεί αυτό ό-μως έπρεπε ο μόθαξ να ήταν σύντροφος ενός συγκε-κριμένου Σπαρτιατόπουλου. Συνήθως ο πατέρας πρό-τεινε τον μόθακα για τον γιο του. Μόνο έτσι Θα μπο-ρούσε να ακολουθήσει την αγωγή. Μετά το πέρας της αγωγής ο μόθακας γινόταν πολί-της της Σπάρτης. Υπήρξαν και περιπτώσεις που ένας μόΘακας έπαιρνε την παγγένεια για εξαιρετικές υπη-ρεσίες (ίσως λίγο πριν συμπληρωθεί η αγωγή). Μπο-ρούσε λοιπόν Κάποιος που δεν γεννήθηκε γνήσιος Σπαρτιάτης να γίνει όμοιος, αποκτώντας κλήρο και πολιτικά δικαιώματα. Δεν μπορούσε να πάρει Κάποιος την Σπαρτιατική ι-θαγένεια. αν ήταν νόθος ή ξένος, αν δεν ανατρεφόταν σύμφωνα με τους Σπαρτιατικούς νόμους. Ο Μόθαξ λοιπόν ήταν ένα αγόρι που. ενώ δεν ήταν γνήσιος Σπαρτιάτης, έπαιρνε μέρος στην αγωγή. Νεοδαμώδης λεγόταν ένας άνδρας που είχε συμπλη-ρώσει την αγωγή του σαν μόθαξ. Αυτή ήταν η μια πε-ρίπτωση. Λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν στην Λακε-δαίμονα. σε συνάρτηση με τις συχνές πολεμικές συρ-ράξεις, η Σπάρτη υπέφερε από λειψανδρία. ‘Ετσι θε-σπίστηκαν μέτρα ώστε να μεγαλώσει τεχνητά ο πλη-θυσμός της. ‘Όσοι απ’ την τάξη των ειλώτων έδειχναν γενναιότητα στις μάχες ή όσοι πληρούσαν τις κατάλληλες προδια-γραφές, γινόντουσαν γνήσιοι πολίτες της πόλεως. ‘Ένα σοφό μέτρο μιας και σι είλωτες ήταν ‘Ελληνες και όχι δούλοι αλλόφυλοι. Καταρρίπτεται έτσι η συ-κοφαντία που ήθελε τους Σπαρτιάτες να φορούν πα-ρωπίδες σε πολιτικοκοινωνικούς Τομείς της ζωής Τους. Υπήρξαν και νεοδαμώδεις που ήταν είλωτες (πριν), οι οποίοι λάμβαναν χάρη για την Προσφορά τους προς την Σπάρτη. Ελευθερωθέντες γίνονταν πολίτες απο-κτώντας έτσι κλήρο. Απολάμβαναν όλες τις Παροχές του Κράτους προς τους πολίτες, επωμίζονταν όμως και τις νόμιμες υποχρεώσεις τους απέναντι στην Πο-λιτεία. Είχαμε λοιπόν δύο ειδών απελεύθερους ή καλύτερα νεοδαμώδεις. Αυτούς που ήταν διαφορετικοί απ’ τους είλωτες και αυτούς που ήταν μερικοί απ’ τους είλωτες. Συμπερασματικά, οι νεοδαμώδεις απετέλεσαν σημα-ντικό μέρος του Στρατού των Λακεδαιμονίων. Τα κτή-ματα που δεν είχαν Σπαρτιάτη κληρονόμο τα έπαιρ-ναν οι νεοδαμώδεις όπου και ζούσαν εκεί. Υπήρξαν περιπτώσεις που, αφού απελευθερώνονταν αρκετοί νεοδαμώδεις, τους δίνονταν κτήματα στα με-θόρια της Λακεδαίμωνος. Εκεί ίσως και να καλλιερ-γούσαν μόνοι τους τη γη τους. Ωστόσο όπου και να βρισκόταν ο νεοδαμώδης εκτελούσε υπηρεσία οπλίτη και έπαιρνε μέρος στη στρατιωτική εκγύμναση. ακόμα κι αν ήταν, όπως προαναφέρθηκε, εγκατεστημένος ως συνοριακή φρουρά. Ονομαστότεροι μόθακες της ιστορίας της Σπάρτης υπήρξαν ο Λύσανδρος, ο Καλλικρατίδας, ο Γύλλιπος κ.ά. ΟΙ ΤΡΟΦΙΜΟΙ Οι τρόφιμοι ήταν ελληνικής καταγωγής από άλλες πόλεις όμως, δηλαδή μη Λάκωνες. Ανατρέφονταν στην Σπάρτη και λάμβαναν την Ιδία αγωγή με τα Σπαρτιατόπουλα. Υπήρχε και η περίπτωση να είχαν γεννηθεί στην Σπάρτη από ξένους γονείς, αλλά λάμ-βαναν πάλι την Ιδία Σπαρτιατική αγωγή. Επώνυμοι τρόφιμοι υπήρξαν οι γιοι του Ξενοφώντος και του Φωκίωνος. Τρόφιμος εσήμαινε το θετό τέκνο. Αντικαταστάθηκε σιγά σιγά απ’ το μόθαξ. Από τροφίμους και νόθους —που ήταν εύρωστοι και ρωμαλέοι στην εμφάνιση— απαρτιζόταν ο στρατός του Αγησίπολη, οι οποίοι ήταν ψημένοι... στις μάχες. πεπειραμένοι στη ζωή της τιμής. ΟΙ ΥΠΟΜΕΙΟΝΕΣ Με τον καιρό υπέστησαν σι νόμοι του Λυκούργου τη φυσική τους φθορά που είχε ως αποτέλεσμα το σύ-στημα να κλονισθεί απ’ τα θεμέλια. Τα θεμέλια αυτά ήταν Οι όμοιοι. Υπήρξαν αρκετοί βασιλείς της Σπάρτης μεταρρυθμι-στές, που προσπάθησαν να ανατρέψουν την σε βά-ρος των ομοίων κατάσταση. Στην τάξη των υπομειόνων συγκαταλέγονταν όσοι εκ των ομοίων έχαναν το δικαίωμα να ονομάζονται πολί-τες. Αυτό συνέβαινε σε όσους δεν μπορούσαν να πληρώσουν τις οφειλές τους προς το συσσίτιο. ΟΙ ΟΜΟΙΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ ΚΑΙ Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥΣ ‘Οποίος μελετήσει την πολιτεία της Σπάρτης θα βγά-λει το συμπέρασμα πώς σι πολίτες της, μέσα απ’ το πρίσμα της φιλοσοφίας, λειτουργούσαν σ’ όλους τους τομείς της ζωής τους. Περιφρονούσαν την καλοπέρα-ση και την πολυτέλεια. Πράγματι και γιατί να φροντί-ζουν περί πλούτου τη στιγμή που όλοι είχαν εξασφα-λισμένη την τροφή τους και όλοι ζούσαν ομοίως. Ε-κτός του ότι δεν υπήρχαν τα μέσα για να πλουτίσει κάποιος, δεν επιθυμούσαν τον πλούτο. Στην Λακεδαίμονα όμως εξασφαλίζονταν τα ενδύματα μέσα απ’ την οικιακή οικονομία. ‘Όσο για τα πολυτελή ενδύματα, τα στολίδια, και τα κοσμήματα, υπήρχε η λογική πως ο στολισμός ήταν τα εύρωστα σώματα και όχι η πολυτέλεια. Επαγγελματίες και ερασιτέχνες πολεμιστές Εύκολα Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε τους οπλίτες της αρχαίας Ελλάδος σε δύο κατηγορίες. Σε αυτούς που ασχολούνταν σε επαγγελματική βάση με τα πο-λεμικά (ίσως ο όρος επαγγελματικά να μην ανταπο-κρίνεται πλήρως με την ιδιότητα που είχαν τότε) και σ’ αυτούς που έπαιρναν τα όπλα όταν υπήρχε ανά-γκη. Στην Σπάρτη εφαρμόστηκαν όχι μόνο απλές στρατιω-τικές ασκήσεις αλλά εξειδικευμένα και περίπλοκα με μεγάλο βαθμό δυσκολίας γυμνάσια, που το πιθανότε-ρο είναι να μην εφαρμόσθηκαν Ποτέ έξω απ’ τα σύνο-ρα της Λακεδαίμωνος. Στα ύστερα χρόνια της κλασικής αρχαιότητας, αρκετές πόλεις κράτη διαφοροποίησαν τις πολεμικές τους καινοτομίες και δημιούργησαν επίλεκτες στρατιωτικές μονάδες, όπου η μόνιμη ενασχόλησή τους ήταν η ε-ξάσκηση στα πολεμικά σύμφωνα με τα Σπαρτιατικά Πρότυπα. Ενασχόληση μόνο με τα πολεμικά Μια απ’ τις κυριότερες καινοτομίες που πραγματο-ποίησε ο Λυκούργος στην Πολιτεία του ήταν και η απαγόρευση της εργασίας στους πολίτες, άνδρες αλ-λά και γυναίκες. Στις άλλες ελληνικές πόλεις οι πολίτες ακολουθούσαν όποια εργασία ήθελαν. π.χ. του γεωργού, του εμπό-ρου, του πλοιάρχου, του τεχνίτη. Κατά αυτόν τον τρόπο ο καθένας μπορούσε να πλουτίσει, μιας και ο χρηματισμός ήταν ελεύθερος. Στην Σπάρτη, αντίθετα, ο νομοθέτης απαγόρευε στους ομοίους όλες τις κατη-γορίες πλουτισμού. Καθόρισε σύμφωνα με τις ρήτρες να “εργάζονται” σε ό,τι θεωρούσαν πως Θα εξασφά-λιζε την ελευθερία της πόλεως. Αυτή η εργασία που συμβούλευαν σι ρήτρες δεν ήταν άλλη απ’ την εξάσκηση στα πολεμικά και στην αρετή. Αξιοσημείωτες διαφορές των Σπαρτιατών και των υπολοίπων Ελλήνων Στην Σπάρτη ήταν καθιερωμένο το κυνήγι ως άριστη άσκηση (εκπαίδευση), γι’ αυτό κι αν κάποιος συμμε-τείχε σ’ αυτό δεν εμποδιζόταν απ’ την πολιτεία. ‘Όπως έλεγε και ο Λυκούργος, οι κόποι του κυνηγιού, δηλαδή οι συνθήκες, μοιάζουν με τους στρατιωτικούς. Γι’ αυτό προέτρεπε τους πολίτες να λαμβάνουν μέρος στο κυνήγι και τους δικαιολογούσε ακόμα κι αν έλει-παν απ’ το φιδίτιο, αρκεί να έστελναν ένα μικρό μέρος του θηράματος για τους συντρόφους τους. Οι Σπαρτιάτες που έφθαναν στην ανδρική ηλικία ε-κλέγονταν για τα μεγαλύτερα δημόσια αξιώματα. Η Πολιτεία νοιαζόταν αποκλειστικά και μόνο γι’ αυτούς. Αντίθετα, στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις για όσους επέρασαν την εφηβική ηλικία, η Πολιτεία τους δεν νοιαζόταν ούτε για τη φυσική τους κατάσταση ούτε για τη σωματική τους ευρωστία. Ενώ τους επιστρά-τευε όποτε ήθελε. ΦΙΔΙΤΙΑ - ΣΥΣΚΗΝΙΑ Κάθε Σπαρτιάτης πολίτης ανήκε σε μια δεκαπενταμε-λή ομάδα, που ονομαζόταν συσκηνία. Η δεκαπεντα-μελής αυτή ομάδα, μετά την ηλικία του είρηνα, ζούσε μαζί σε ιδιαίτερα οικήματα. ‘Ηταν υποχρεωμένοι απ’ το νόμο να κοιμούνται εκεί μέχρι να συμπληρώσουν το τριακοστό έτος της ηλικίας Τους. Μόνο μετά το πέρας του τριακοστού έτους μπορού-σαν τη νύκτα να κοιμούνται στις οικίες τους, με τις οι-κογένειές τους, την υπόλοιπη μέρα όμως γυμνάζο-νταν ή βρίσκονταν στη λέσχη μαζί με τους συντρόφους τους, της συσκηνίας. Ξέρουμε πως ο Σπαρτιάτης έπρεπε τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των τριάντα ετών να είχε παντρευτεί, απ’ την άλλη απαγορευόταν το βράδυ να φεύγει απ’ την συσκηνία. Τι γινόταν; Αυτό έχει να κάνει με την εφευ-ρετικότητα των συσκήνων. Διαβάζοντας Κανείς τον Λυκούργο του Πλούταρχου καταλαβαίνει. Τα μέλη της συσκηνίας ανέπτυσσαν μεταξύ τους μη αναλώσιμους δεσμούς φιλίας, αυξάνοντας έτσι στο έπακρο την μαχητικότητά τους κατά τις συμπλοκές με τους εχθρούς. Από την μετεφηβική ηλικία οι σύσκηνοι γυμνάζονται μαζί σε όλες τις σκληρές δοκιμασίες της εκπαίδευσής τους στα πολεμικά. Το αποτέλεσμα ήταν να γεννιέται ομοψυχία μέσα στην ομάδα, και με τη σειρά της αυτή η ομοψυχία βοηθούσε ώστε να δείχνουν γενναιότητα κατά τις μάχες. γιατί όχι μόνο ο ένας φίλος προσπαθούσε να φανεί αν-δρείος στα μάτια του άλλου, να μη δείξει αδράνεια και λιποψυχία κατά τις συμπλοκές, αλλά και προσπα-θούσε κάθε μέλος με αυταπάρνηση να σώσει τον συ-μπολεμιστή που κινδύνευε. Αυτοί οι όμιλοι των 15 ανδρών δειπνούσαν όλοι μαζί σε κοινό τραπέζι. Στην κοινή αυτή τράπεζα έπρεπε ο Καθένας να δώσει ίση ποσότητα με τους υπολοίπους σε αλεύρι. σύκα, τυρί και κρασί. Τα αγαθά αυτά τα πα-ραλάμβανε και τα διαχειριζόταν η πολιτεία. Η κύρια τροφή —το Κυρίως πιάτο Θα μπορούσαμε να πούμε σήμερα— για εκείνη την ημέρα ήταν ο μέλανας ζωμός. Αποτελείτο ο ζωμός αυτός από χοιρινό ή μο-σχαρίσιο κρέας βρασμένο Κυρίως με το αίμα του. Πρόσθεταν ξύδι και αλάτι. Αυτά τα κοινά δείπνα λέγονταν συσσίτια ή φιδίτια ή ανδρεία. ‘Επρεπε σ’ αυτά να παραβρίσκονται όλοι χωρίς να έχουν γευματίσει πριν. Οι βασιλείς λάμβαναν διπλή μερίδα. όχι για να χορ-τάσουν σι ίδιοι αλλά για να δώσουν την δεύτερη αυτή μερίδα όπου ήθελαν. Οι φιδιτιούντες σε Κοινή τράπεζα λέγονταν και σύ-σκηνοι. Συνδέονταν με στενούς δεσμούς φιλίας, αφού ζούσαν μαζί από παιδιά μέχρι που αποστρατεύονταν. Στον στρατιωτικό βίο του κάθε Σπαρτιάτη τα φιδίτια διακρίνονταν σε δύο τομείς της ανθρώπινης υπόστα-σης, τον σωματικό και τον πνευματικό. Παρείχαν την ιδανική τροφή για το σώμα αλλά και την ψυχή. Η δι-δασκαλία της σωφροσύνης είχε τον πρωτεύοντα ρόλο σ’ αυτά, και ακόμα γίνονταν συζητήσεις για προβλή-ματα που αφορούσαν την πόλη. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο απαγορευόταν ρητώς να μεταφέρουν προς τα έξω ό,τι συζητούσαν σ’ αυτά. Υπήρχε η παράδοση ο γεροντότερος να δείχνει την είσοδο και να λέει “διά τούτων φησίν ουδείς εξέρχεται λόγος”. Στις γυναίκες επιτρεπόταν η είσοδος στα φιδίτια. Στα παιδιά επέτρεπαν την είσοδο, όχι για να δειπνήσουν αλλά για να μαθαίνουν να κλέβουν (τροφή). Επίσης για να μάθουν κι αυτά πως πρέπει να κρατούν μυστι-κά όσα άκουγαν. Τα μυούσαν έτσι σιγά σιγά στους πολιτικούς λόγους. Στα συσσίτια συνηθιζόταν να αναφέρεται κάθε καλή πράξη η οποία έγινε στην πόλη (σύμφωνα προς το μέτρο της αρετής). ‘Ετσι κάθε αντίθετη προς την αρετή ενέργεια ήταν κατακριτέα. Όρισε ο Λυκούργος ακόμη να επιβλέπουν σι μεγαλύ-τεροι των συσκηνίων τους υπολοίπους ώστε να μην παρασύρονται από βουλιμία, έτσι που να μη βλάπτο-νται. Μετά το πέρας των συσσιτίων ο καθένας (άνω των τριάντα) ήξερε πως έπρεπε να γυρίσει Πίσω στην Οικία του, γι’ αυτό φρόντιζαν να μην πολυπίνουν γιατί έπρεπε να κάνουν τη νύχτα μέρα. καθώς δεν επιτρε-πόταν το βράδυ να κυκλοφορούν με τη βοήθεια φα-νού. Ο Λυκούργος επέβαλε το να είναι λιτοδίαιτοι οι Σπαρ-τιάτες γιατί είχε παρατηρήσει πως οι γυμνασμένοι με-τά το φαγητό και χρώμα έχουν καλό και το σώμα τους παραμένει όμορφο. Ενώ σι αγύμναστοι φαίνονται πα-ραφουσκωμένοι μετά το γεύμα και άσχημοι, και κατα-ντούν ασθενείς. Πριν εφαρμόσει ο Λυκούργος τον θεσμό των φιδιτίων, οι Σπαρτιάτες ζούσαν όπως σι υπόλοιποι ‘Ελληνες στις οικίες τους. Επειδή όμως εκεί συνέβαιναν διάφο-ρες “αταξίες” όπως μας λέει ο Ξενοφών στη Λακεδα-μωνίων Πολιτεία, έφερε αυτούς έξω στα συσκήνια. Με την λέξη αταξία ο Ξενοφών εννοεί κάθε ενέργεια ή τρόπο ζωής που δεν ταιριάζει σ’ έναν υγιή πολίτη πολεμιστή. Στο φανερό λοιπόν των συσκη ούτε για τη φυσική τους κατάσταση ούτε για τη σωματική τους ευρωστία. Ενώ τους επιστράτευε όποτε ήθελε. ΦΙΔΙΤΙΑ - ΣΥΣΚΗΝΙΑ Κάθε Σπαρτιάτης πολίτης ανήκε σε μια δεκαπενταμε-λή ομάδα, που ονομαζόταν συσκηνία. Η δεκαπεντα-μελής αυτή ομάδα, μετά την ηλικία του είρηνα, ζούσε μαζί σε ιδιαίτερα οικήματα. ‘Ηταν υποχρεωμένοι απ’ το νόμο να κοιμούνται εκεί μέχρι να συμπληρώσουν το τριακοστό έτος της ηλικίας τους. Μόνο μετά το πέρας του τριακοστού έτους μπορού-σαν τη νύκτα να κοιμούνται στις οικίες τους. με τις οι-κογένειές τους, την υπόλοιπη μέρα όμως γυμνάζο-νταν ή βρίσκονταν στη λέσχη μαζί με τους συντρό-φους τους, της συσκηνίας. Ξέρουμε πως ο Σπαρτιάτης έπρεπε τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των τριάντα ετών να είχε παντρευτεί, απ’ την άλλη απαγορευόταν το βράδυ να φεύγει απ’ την συσκηνία. Τι γινόταν; Αυτό έχει να κάνει με την εφευ-ρετικότητα των συσκήνων. Διαβάζοντας κανείς τον Λυκούργο του Πλούταρχου καταλαβαίνει. Τα μέλη της συσκηνίας ανέπτυσσαν μεταξύ τους μη αναλώσιμους δεσμούς φιλίας, αυξάνοντας έτσι στο έπακρο την μαχητικότητά τους κατά τις συμπλοκές με τους εχθρούς. Από την μετεφηβική ηλικία οι σύσκηνοι γυμνάζονται μαζί σε όλες τις σκληρές δοκιμασίες της εκπαίδευσής τους στα πολεμικά. Το αποτέλεσμα ήταν να γεννιέται ομοψυχία μέσα στην ομάδα, και με τη σειρά της αυτή η ομοψυχία βοηθούσε ώστε να δείχνουν γενναιότητα κατά τις μάχες, γιατί όχι μόνο ο ένας φίλος προσπαθούσε να φανεί αν-δρείος στα μάτια του άλλου, να μη δείξει αδράνεια και λιποψυχία κατά τις συμπλοκές, αλλά και προσπα-θούσε κάθε μέλος με αυταπάρνηση να σώσει τον συ-μπολεμιστή που κινδύνευε. Αυτοί οι όμιλοι των 15 ανδρών δειπνούσαν όλοι μαζί σε κοινό τραπέζι. Στην κοινή αυτή τράπεζα έπρεπε ο καθένας να δώσει ίση ποσότητα με τους υπολοίπους σε αλεύρι, σύκα, τυρί και κρασί. Τα αγαθά αυτά τα πα-ραλάμβανε και τα διαχειριζόταν η Πολιτεία. Η κύρια τροφή —το Κυρίως πιάτο Θα μπορούσαμε να πούμε σήμερα— για εκείνη την ημέρα ήταν ο μέλανας ζωμός. Αποτελείτο ο ζωμός αυτός από χοιρινό ή μο-σχαρίσιο κρέας βρασμένο κυρίως με το αίμα του. Πρόσθεταν ξύδι και αλάτι. Αυτά τα κοινά δείπνα λέγονταν συσσίτια ή φιδίτια ή ανδρεία. ‘Επρεπε σ’ αυτά να παραβρίσκονται όλοι χωρίς να έχουν γευματίσει πρίν. Οι βασιλείς λάμβαναν διπλή μερίδα, όχι για να χορ-τάσουν σι ίδιοι αλλά για να δώσουν την δεύτερη αυτή μερίδα όπου ήθελαν. Οι φιδιτιούντες σε Κοινή τράπεζα λέγονταν και σύ-σκηνοι. Συνδέονταν με στενούς δεσμούς φιλίας, αφού ζούσαν μαζί από παιδιά μέχρι που αποστρατεύονταν. Στον στρατιωτικό βίο του κάθε Σπαρτιάτη τα φιδίτια διακρίνονταν σε δύο τομείς της ανθρώπινης υπόστα-σης, τον σωματικό και τον πνευματικό. Παρείχαν την ιδανική τροφή για το σώμα αλλά και την ψυχή. Η δι-δασκαλία της σωφροσύνης είχε τον πρωτεύοντα ρόλο σ’ αυτά, και ακόμα γίνονταν συζητήσεις για προβλή-ματα που αφορούσαν την πόλη. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο απαγορευόταν ρητώς να μεταφέρουν προς τα έξω ό,τι συζητούσαν σ’ αυτά. Υπήρχε η παράδοση ο γεροντότερος να δείχνει την είσοδο και να λέει “διά τούτων φησίν Ουδείς εξέρχεται λόγος”. Στις γυναίκες επιτρεπόταν η είσοδος στα φιδίτια. Στα παιδιά επέτρεπαν την είσοδο, όχι για να δειπνήσουν αλλά για να μαθαίνουν να κλέβουν (τροφή). Επίσης για να μάθουν κι αυτά πως Πρέπει να Κρατούν μυστι-κά όσα άκουγαν. Τα μυούσαν έτσι σιγά σιγά στους πολιτικούς λόγους. Στα συσσίτια συνηθιζόταν να αναφέρεται κάθε καλή πράξη η οποία έγινε στην πόλη (σύμφωνα προς το μέτρο της αρετής). ‘Ετσι κάθε αντίθετη προς την αρετή ενέργεια ήταν κατακριτέα. Όρισε ο Λυκούργος ακόμη να επιβλέπουν οι μεγαλύ-τεροι των συσκηνίων τους υπολοίπους ώστε να μην παρασύρονται από βουλιμία, έτσι που να μη βλάπτο-νται. Μετά το πέρας των συσσιτίων ο καθένας (άνω των τριάντα) ήξερε πως έπρεπε να γυρίσει πίσω στην οικία του, γι’ αυτό φρόντιζαν να μην πολυπίνουν γιατί έπρεπε να κάνουν τη νύχτα μέρα, καθώς δεν επιτρε-πόταν το βράδυ να κυκλοφορούν με τη βοήθεια φα-νού. Ο Λυκούργος επέβαλε το να είναι λιτοδίαιτοι οι Σπαρ-τιάτες γιατί είχε παρατηρήσει πως οι γυμνασμένοι με-τά το φαγητό και χρώμα έχουν καλό και το σώμα τους παραμένει όμορφο. Ενώ οι αγύμναστοι φαίνονται πα-ραφουσκωμένοι μετά το γεύμα και άσχημοι, και κατα-ντούν ασθενείς. Πριν εφαρμόσει ο Λυκούργος τον θεσμό των φιδιτίων, οι Σπαρτιάτες ζούσαν όπως οι υπόλοιποι ‘Ελληνες στις οικίες τους. Επειδή όμως εκεί συνέβαιναν διάφο-ρες “αταξίες” όπως μας λέει ο Ξενοφών στη Λακεδαι-μονίων Πολιτεία, έφερε αυτούς έξω στα συσκήνια. Με την λέξη αταξία ο Ξενοφών εννοεί κάθε ενέργεια ή τρόπο ζωής που δεν ταιριάζει σ’ έναν υγιή πολίτη πολεμιστή. Στο φανερό λοιπόν των συσκηνίων, υπό τα όμματα των πρεσβυτέρων και των άλλων αρχό-ντων της πόλεως, ήξερε πως δεν Θα παρέβαιναν τις διαταγές του. Είχε κανονίσει επίσης όσοι τύχαινε να λείπουν σε κυ-νήγι να στέλνουν μια συμφωνημένη μερίδα και οι πλουσιότεροι συχνά συνεισέφεραν και άρτους. Κατ’ αυτόν τον Τρόπο το τραπέζι των συσκήνων είχε όλα τα απαραίτητα χωρίς να έχει μεγάλες δαπάνες. Η δίαιτά τους κανονίστηκε έτσι απ’ τον Λυκούργο ώ-στε και την τροφή τους να μη στερούνται και απ’ το μέτρο να μην ξεφεύγουν, με όλες τις συνέπειες που Θα είχε αυτό. Ο νομοθέτης είχε πάλι παρατηρήσει πως σ’ όλες τις ελληνικές πόλεις σι πολίτες συναναστρέφονταν στις συντροφιές τους με τους συνομηλίκους τους. Προ-σπάθησε στη Σπάρτη να το αλλάξει και όρισε στα φι-δίτια να δειπνούν μαζί γενικά όλες σι ηλικίες, έτσι ώ-στε σι νέοι να μαθαίνουν απ’ τις εμπειρίες των πρε-σβυτέρων. Έφερε με τον τρόπο αυτό στα φιδίτια την σύνεση. Κατάφερε οι νέοι μπροστά στους γεροντότε-ρους να προσέχουν την συμπεριφορά τους περισσό-τερο, αφού σέβονταν την παρουσία τους. Τα συσσίτια στην Λακεδαίμονα τα έλεγαν και φιδίτια γιατί γινόντουσαν η αφορμή για να δημιουργηθούν σι φιλικοί δεσμοί μεταξύ τους. Ανακεφαλαιώνοντας, το συσσίτιο ήταν ένα είδος λέ-σχης όπου δειπνούσαν. Στην δωρική γλώσσα το κα-λούσαν φιδίτιον. Στην αττική διάλεκτο λεγόταν συσσί-τιον. Άλλες λέξεις που του αποδίδονταν ήταν ανδρεί-ον ή συσκήνιον. Κάθε ομάδα συσκήνων αποτελούνταν από δεκαπέντε μέλη. Κάθε μέλος ή και κάθε Καινούργιο μέλος γινόταν δεκτό ύστερα από μυστική ψηφοφορία των υπολοί-πων μελών, ακόμα και μία ψήφος ήταν αρκετή για να μη γίνει δεκτός ο υποψήφιος. Σε κανένα Σπαρτιάτη δεν επιτρεπόταν να δειπνεί στο σπίτι, παρά μόνο όταν μαγείρευε ένα ζώο μετά από θυσία ή κυνήγι, οπότε ήταν υποχρεωμένος να στείλει μέρος του σφαγίου στο συσσίτιο για τους συντρόφους του. ο γηραιότερος σε κάθε συσσίτιο βεβαιωνόταν ότι κα-νένα απ’ τα άλλα μέλη δεν Θα καθόταν στο δείπνο χωρίς να γυμναστεί πρώτα. Μόνο μετά το εξηκοστό έτος μπορούσε να ξεκουραστεί χωρίς να τιμωρηθεί. ο λόγος τελικά που καλούνταν σι νέοι κάτω των είκο-σι ετών, παρόλο που δεν είχαν συμπληρώσει το στά-διο της αγωγής τους, γινόταν για να συμπληρώσουν την πολιτική τους αγωγή, παρόλο που μέχρι εκείνη την ηλικία δεν είχαν αποκτήσει πολιτικά δικαιώματα. Τελειώνοντας την περιγραφή της κοινωνικής δομής της Αρχαίας Σπάρτης, κρίνεται σκόπιμο να παρατεθεί εμβόλιμα, προς ενημέρωση, η ονοματολογία των μη-νών του έτους στην αρχαία Σπάρτη.
 ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ 
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ 
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ΕΛΕΥΣΙΝΙΟΣ 
ΜΑΡΤΙΟΣ ΓΕΡΑΣΤΙΟΣ 
ΑΠΡΙΛΙΟΣ ΑΡΤΕΜΙΣΙΟΣ 
ΜΑΙΟΣ ΔΕΛΧΙΝΙΟΣ 
ΙΟΥΝΙΟΣ ΦΛΙΑΣΙΟΣ 
ΙΟΥΛΙΟΣ ΕΚΑΤΟΜΒΕΥΣ 
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΚΑΡΝΕΙΟΣ
 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΠΑΝΑΜΟΣ
 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ ΗΡΑΣΙΟΣ 
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΑΠΕΛΛΑΙΟΣ
 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΔΙΟΣΘΥΟΣ 
Γ’ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ - ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 
Από την μελέτη του καθεστώτος της Αρχαίας Σπάρτης. της δομής και της λειτουργίας του είναι δυνατόν να συναχθούν ορισμένα ασφαλή συμπεράσματα και να διατυπωθούν κάποιες εκτιμήσεις με σοβαρό περι-εχόμενο. 
Ειδικότερα, εάν Θελήσουμε να δώσουμε έναν πρόχει-ρο ορισμό στον κοινωνικό όρο “Πολιτισμός”, θα μπο-ρούσαμε να τον αποδώσουμε ως εξής: Πολιτισμό κα-λούμε την πνευματική και υλική πρόοδο της ανθρω-πότητας σε όλα τα πεδία και την παράλληλα προς αυτή εξελισσόμενη ηθική πρόοδο αυτής (της ανθρω-πότητας). Για να αξιολογήσουμε μία κοινωνία Θα πρέπει να α-ναζητήσουμε τον πολιτισμικό δείκτη της και ο πολιτι-σμικός δείκτης Θα προκύψει από την εκτίμηση-αξιολόγηση και του πολιτικού καθεστώτος και των πολιτειακών θεσμών (δομή και λειτουργία αυτών) και των κοινωνικών δομών και της πνευματικής και υλι-κής ποιότητας της ζωής των πολιτών. Μέτρον εκτίμησης της ποιότητας της πνευματικής ζωής αποτελεί και η έκταση (δυνατότητα συμμετοχής) και η ποιότητα της παιδείας, με τα αποτελέσματα αυ-τής στους πολίτες. Μέτρον εκτίμησης του βιοτικού επιπέδου για την κά-λυψη των βιοτικών-βιολογικών αναγκών του ανθρώ-που αποτελεί και η δυνατότητα παραγωγής-διάθεσης-απόκτησης των αγαθών που απαιτούνται για μία άνε-τη επιβίωση του ανθρώπου, δηλαδή από την ποσοτι-κή και ποιοτική κατάσταση της αγοράς και την ικανό-τητα συμμετοχής όλων των πολιτών στην όλη λει-τουργία της. 
Με αυτή τη μεθοδολογία, εάν επιχειρήσουμε να αξιο-λογήσουμε την Κοινωνία της Αρχαίας Σπάρτης, Θα διαπιστώσουμε πολύ σοβαρά Θέματα και αξιόλογες καταστάσεις, πολιτικές, πολιτειακές και κοινωνικές. Αναλογιζόμενοι ότι η μεγάλη Ρήτρα του Λυκούργου ανήκει στο τέλος του 8ου ή αρχάς του 7ου αιώνος π.Χ. και αποτελεί το αρχαιότατο κείμενο της Ελληνικής Ιστορίας, εκτιμώντας δε το περιεχόμενο αυτής, ιδιαιτέ-ρως τον βασικό - τον κεντρικό πυρήνα της Δημοκρα-τίας, την αρχή της ισηγορίας. επιβάλλεται ιστορικά, κοινωνικά, πολιτισμικά, ηθικά αλλά και νομικά να α-ναγνωρισθεί η Σπάρτη ως Ιδρύτρια της Δημοκρατίας, αφού πολύ ενωρίτερα από την Χίο και την Αθήνα, που θεωρούνται αυτές ιδρύτριες της Δημοκρατίας, επινό-ησε, διατύπωσε και έθεσε σε εφαρμογή την Δημοκρα-τία στην Κοινωνία της, έστω και σε εκείνη την πρω-τοπλασματική μορφή.
 Δεν Θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι η Δημοκρατία γεννήθηκε στην Σπάρτη και υιοθετήθηκε από την Α-θήνα, της οποίας κατέστη Θετή θυγατέρα. αναγνωρί-ζοντας όμως ότι η υιοθετούσα μητέρα, η Αθήνα. ανέ-θρεψε την υιοθετημένη θυγατέρα ως γνήσια, καταξίω-σε αυτήν και ακόμη ανέδειξε αυτήν ως το πολιτικό-κοινωνικό κόσμημα και καύχημα της ανθρωπότητας όλης. 
Μέσα στο εν πολλοίς περιφρονημένο από πολλούς ιστορικούς καθεστώς της Σπάρτης, εκτός από τη γέν-νηση της Δημοκρατίας. γεννήθηκαν και άλλες σημα-ντικές πανανθρώπινες αρετές, σι οποίες ποτέ δεν Θα παύσουν να κοσμούν τον άνθρωπο. Αναπτύχθηκε η αγάπη προς την πατρίδα, ως η πρώ-τη και βασική υποχρέωση του ανθρώπου, η οποία εκφράσθηκε μεγαλόπρεπα και υπέροχα με την μητρι-κή εντολή-ευχή “ή ταν ή επί τας”. Αναπτύχθηκε ο σεβασμός προς τον άνθρωπο, με την απονομή σεβασμού στους γεροντότερους, διακρινο-μένης της Σπάρτης εις τούτο από όλες τις Ελληνίδες πόλεις. Καλλιεργήθηκε η αποστροφή προς το χρήμα, ιδιότητα που προφυλάσσει από την φιλαργυρία και υποδού-λωση του ανθρώπου στον πλούτο, στα υλικά αγαθά και την απομάκρυνσή του από τις ηθικές και πνευμα-τικές αξίες και αρετές. 
Ο τρόπος διαβιώσεως-σιτίσεως των Σπαρτιατών α-ποτελεί ένα ξεχωριστό δείγμα κοινωνικής διαβίωσης και επιβίωσης. 
Ο μέλας ζωμός αποτελεί ένα δείγμα αυτοσυγκράτησης, αυτοεπιβολής και επικυριαρχίας επί των ενστικτωδών δυνάμεων που διατηρεί μέσα του ο άνθρωπος, χρησιμοποιώντας Προφανώς σοβα-ρά αποθέματα ηθικών και πνευματικών αξιών.
 Η άρχουσα Τάξη της Σπάρτης επιχειρεί και επιβάλλει τους γνωστούς κανόνες διαβίωσης του καθεστώτος της Σπάρτης και στα Ιδία τα μέλη της. Αυτό μαρτυρεί και δηλώνει μια κοινωνία με ξεχωριστό ηθικό και πνευματικό περιεχόμενο, που δύσκολα συναντιέται στην ανθρώπινη ιστορία. 
Η Ηγεσία της δεν παρασύρεται στην αποκλειστική και προνομιακή απόλαυση των υλικών αγαθών για τον εαυτό της (για τα μέλη της), αδιαφορώντας για τους υπολοίπους.
 Η ύπαρξη αυτού του στοιχείου μέσα στην λειτουργία του καθε-στώτος της Σπάρτης εκτιμάται ως πολύ σημαντική και η έλλειψή του αποτελεί κοινή ανθρώπινη αδυναμία, που δεν εξέλιπε ποτέ στην ανθρώπινη Κοινωνία και στα δημοκρατικά ακόμη καθεστώτα, μη εξαιρουμένης ακόμη και της εποχής μας. 
Συνεπώς διαπιστώνεται ιστορικά και κοινωνικά, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, διαρκώς και κατά κά-ποιο τρόπο συστηματικό, ίσως Θα μπορούσε Κά-ποιος να ισχυρισθεί. ότι οι περισσότεροι συγγραφείς της Ελληνικής Ιστορίας, αγνωμόνως και πεισμόνως, παραλείπουν. αγνοούν και δεν προβάλλουν την πραγματική ιστορία της Σπάρτης και ευρύτερα της Λακωνίας, ιδιαιτέρως δε της ηρωικής Μάνης. Βέβαια σι γνώστες της αληθινής Ελληνικής ιστορίας υποκλί-νονται στο μεγαλείο της Ιστορίας της Σπάρτης και ευ-ρύτερα της Λακωνίας. Είναι αποδεδειγμένο ιστορικά και κοινωνικά ότι όταν αγνοείται παραβλέπεται η ιστορία ενός τόπου και ενός Λαού ή και τμήματος αυτού, τότε ακολουθεί και η μη αναγνώριση ή και η παραβίαση βασικών δικαιω-μάτων του τόπου και του Λαού αυτού. 
Κλασικό παράδειγμα αποτελεί η Σπάρτη, η Λακωνία ευρύτερα και ιδιαιτέρως η Ιστορική Μάνη, την οποία η Ελληνική Πολιτεία συνεχίζει να αγνοεί, παραβιάζοντας βασικά δικαιώματα του ιστορικού αυτού τμήματος της Ελλη-νικής Επικράτειας, της Λακωνικής Χώρας με τους Ε-θνικούς ιστορικούς Θησαυρούς, της Αρχαίας Σπάρ-της, του Μυστρά, της Μονεμβασίας και της Μάνης. Μήπως αυτή την χρονική περίοδο η Ελληνική Πολι-τεία δεν αδίκησε την Λακωνία με την ίδρυση Πανεπι-στημιακών Σχολών στην Πελοπόννησο, κατά τρόπο αντιεπιστημονικό, αντικοι-νωνικό. αντιπολιτιστικό, α-ντιπολιτισμικό και με περίσσιο έλλειμμα σεβασμού στην Ελληνική Ιστορία;
 ‘Ομως η Λακωνική Χώρα, με τον ευγενή Λαό της, Πο-τέ δεν συνδύασε την εκτέ-λεση των υποχρεώσεων και των καθηκόντων της στην Ελληνική Πατρίδα με τις α-δικίες σε βάρος της και γι’ αυτό πάντα πρωτοπόρος στην Προσφορά Θυσιών συνέχιζε, συνεχίζει και Θα συνεχίσει την ωραία αυτή παράδοση της αγόγγυστης προσφοράς προς την Ελληνική Πατρίδα και σι Λάκαι-νες με υπερηφάνεια Θα επαναλαμβάνουν την ευχή-εντολή της αρχαίας Σπαρτιάτισσας στα παιδιά τους, “ή ταν ή επιτας”, όταν αυτά προστρέχουν στα καλέ-σματα κινδύνου της Ελληνικής Πατρίδας και μάλιστα με επανάληψη αυτής της θείας εντολής, της οποίας η ηθική δύναμη έχει τόση και τέτοια δύναμη. ώστε να κάμπτει και αυτήν την δύναμη της μητρικής στοργής και αγάπης, αντικαθιστώντας την με την αγάπη προς την πατρίδα. Είναι δε γεγονός ότι και στην εποχή μας η Θεία αυτή εντολή της Σπαρτιάτισσας Μάνας για το χρέος προς την πατρίδα επαναλαμβάνεται όχι μόνο από την Λάκαινα Μάνα. αλλά και από τον Λάκωνα πα-τέρα, ο οποίος ακούγεται να λέγει, ευθύς αμέσως μετά την αεροθαλασσοσυντριβή για την πατρίδα του πρώ-του γιου του, ότι είναι έτοιμος να δεχθεί την θυσία και του άλλου του γιου. 
Πραγματικό εν δυνάμει λειτουργικό ιστορικό μεγαλείο από τον Λεωνίδα στις Θερμοπύ-λες, από τον Παλαιολόγο στην Πόλη, από τον Δαβάκη στην Πίνδο και με διαρκές πατριδολατρευτικό και πα-τριδοσωτήριο σάλπισμα, το οποίο είναι βέβαιο ότι Θα συνεχίσει πάντοτε στο διάβα του χρόνου να γοητεύει τις ψυχές και να προστάζει τις συνειδήσεις κάθε Λάκαινας και κάθε Λάκωνα. 
Αθήνα Ιούλιος 2002